Η κυριαρχία του «πράσινου» στην αποθήκευση και την συσκευασία.

Σύμφωνα με μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδας, το κόστος προσαρμογής της χώρας στην κλιματική αλλαγή, τα επόμενα 80 χρόνια θα είναι τεράστιο: Εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 120 δισεκατομμύρια ευρώ.

Το ποσό που απαιτείται για την προσαρμογή της χώρας στην κλιματική αλλαγή υπέρογκο ποσό, ιδίως αν υπολογιστούν, οι επιπτώσεις και τα εμπόδια που επιφέρει η οικονομική και η ενεργειακή κρίση σε πολλές πτυχές της σύγχρονης πραγματικότητας. Στην πρόσφατη σχετική μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος, αναφέρεται ότι το κόστος αυτό θα ξεπεράσει τα 120 δισεκατομμύρια ευρώ μέσα στα επόμενα 80 χρόνια, ενώ το συνολικό ύψος της ζημίας από την κλιματική αλλαγή υπολογίζεται ότι θα κυμανθεί γύρω στα 700 δισεκατομμύρια ευρώ.

Η βιομηχανία των logistics, αντιλαμβανόμενη το μερίδιο ευθύνης της στην γενικότερη ρύπανση του περιβάλλοντος, έχει προσπαθήσει τα τελευταία χρόνια να λάβει τα κατάλληλα μέτρα. Φυσικά, η κλιματική κρίση δεν είναι αποκλειστική ευθύνη των logistics, αλλά σχεδόν όλων των παγκόσμιων βιομηχανιών. Ωστόσο, ως διαχρονικός παράγοντας καινοτομίας και πρωτοπορίας, ο κλάδος της εφοδιαστικής αλυσίδας οφείλει να σηκώσει για μία ακόμη φορά τα μανίκια και να επιβεβαιώσει την σπουδαιότητά του.

Οι περισσότερες συζητήσεις περί «green logistics» επικεντρώνονται (δικαίως) στο ζήτημα των καυσίμων, τόσο στην ναυτιλία όσο και στην οδική μεταφορά. Εντούτοις, εξίσου κρίσιμης σημασίας είναι το ανθρακικό αποτύπωμα των διαδικασιών αποθήκευσης και συσκευασίας.

Οι συσκευασίες στις οποίες τοποθετούμε τα προϊόντα, δεν είναι πάντα τόσο αθώες όσο φαίνονται. Τις περισσότερες φορές κασκευάζονται από αμφιβόλου ποιότητας υλικά, τα οποία εντέλει καταλήγουν σε χωματερές, ανάμεσα σε χιλιάδες άλλα παρόμοια προϊόντα, επιβαρύνοντας σημαντικά τον πλανήτη. Για την επίλυση αυτού του προβλήματος, πολλές επιχειρήσεις με «πράσινη» κατεύθυνση ακολουθούν τους κανόνες για τη μείωση των συσκευασιών. Βάσει των κανόνων αυτών, τα προϊόντα πλέον μπαίνουν σε ομαδικές ανακυκλώσιμες και βιοδιασπώμενες συσκευασίες, προκειμένου να μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, αλλά και το συνολικό λειτουργικό κόστος των εν λόγω επιχειρήσεων. Τέλος, είναι σημαντικό οι συσκευασίες να μην περιέχουν μόλυβδο, υδράργυρο, κασσίτερο και άλλα συστατικά και που είναι αδύνατο ή δύσκολο να ανακυκλωθούν.

Η έλευση της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης έχει ήδη διαφοροποιήσει αρκετά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν πολλές αποθήκες. Τα στοιχειώδη πιο εύκολα «βήματα» που μπορεί να κάνει μία επιχείρηση που δραστηριοποιείται στον τομέα της παροχής υπηρεσιών αποθήκευσης είναι, πρώτον, να αποκτήσει Warehouse Management System (WMS) και δεύτερον, να λειτουργεί με την τεχνολογία του barcoding.  Στο σύνολό τους οι νέες τεχνολογίες προσφέρουν σήμερα τη δυνατότητα να λειτουργούν με σεβασμό στο περιβάλλον πολλές επιχειρήσεις που διαθέτουν αποθήκες, είτε για δική τους χρήση είτε για λογαριασμό τρίτων.

Πιο συγκεκριμένα, τεράστιο περιβαλλοντικό όφελος έχουν οι αποθήκες που είναι κατασκευασμένες από ανακυκλώσιμα υλικά, όπως είναι ο χάλυβας και το σκυρόδερμα. Επιπρόσθετα, πολλές σύγχρονες αποθήκες διαθέτουν φεγγίτες και παράθυρα, τα οποία επιτρέπουν την αξιοποίηση του φυσικού φωτισμού στο εσωτερικό τους.

Με αυτόν τον τρόπο οι επιχειρήσεις καταφέρνουν να ελαττώνουν την χρήση ηλεκτρικού ρεύματος, εξοικονομώντας, έτσι, ενέργεια και μειώνοντας σημαντικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Επίσης, επειδή δεν είναι εφικτό να μηδενιστεί ολοκληρωτικά η κατανάλωση του ρεύματος, πολλές «πράσινες» αποθήκες χρησιμοποιούν σύγχρονους λαμπτήρες φθορισμού, οι οποίοι έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής σε σχέση με τις παραδοσιακές λάμπες.

Βέβαια, η φιλικότερη προς το περιβάλλον λύση είναι η χρήση συστημάτων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως είναι οι ηλιακοί συλλέκτες και τα ηλιακά θερμικά συστήματα παραγωγής θερμού νερού. Η αξιοποίηση συστημάτων του είδους αυτού παρουσιάζει ήδη ανοδική τάση σε πολλές χώρες του εξωτερικού, όπου πληθώρα αποθηκευτικών εγκαταστάσεων λειτουργούν αποκλειστικά με ηλιακή ενέργεια, μέσω ηλιακών συλλεκτών που τοποθετούνται κατά μήκος της οροφής.

Εμπόδια και κίνητρα.

Η ελληνική βιομηχανία των Logistics είναι πολύ δύσκολο να πραγματοποιήσει ριζικές αλλαγές μόνη της. Η αρωγή του κράτους είναι απαραίτητη. Ήδη η διεθνής και εθνική νομοθεσία προωθούν την ανάπτυξη και την εφαρμογή νέων υλικών συσκευασίας- με την κατάργηση άλλων, ρυπογόνων υλικών. Ωστόσο, η Πολιτεία οφείλει να εντείνει τις προσπάθειές της. Επί του παρόντος, οι κατασκευαστές δεν φαίνεται να έχουν πειστεί αρκετά για την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου «πράσινου» σχεδίου. Μπορεί τα green logistics να κοστίζουν λιγότερο στις βιομηχανικές επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους, το κόστος όμως της επένδυσης παραμένει αρκετά υψηλό, ενώ είναι σχεδόν απαγορευτικό για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επιπρόσθετα, η ριζική αναδιοργάνωση των λειτουργιών με την εγκατάσταση νέων τεχνολογιών, άγνωστων σε πολλούς επιχειρηματίες και εργαζόμενους, αποτελεί εξίσου αποτρεπτικό παράγοντα. Πρόσφατες έρευνες έχουν καταδείξει ότι η πλειονότητα των επιχειρήσεων θα επιθυμούσε να υιοθετήσει «πράσινες» πολιτικές, ωστόσο τα εμπόδια που συναντούν στην προσπάθειά τους είναι αρκετά σοβαρά (οικονομικά και πρακτικά), γι’ αυτό δύσκολα θα προχωρούσαν στην υλοποίηση περιβαλλοντικά ουδέτερων πρακτικών χωρίς την κατάλληλη βοήθεια και στήριξη.

Το ζητούμενο είναι η πολιτεία να παράσχει επαρκή και ελκυστικά οικονομικά και άλλα κίνητρα για την εφαρμογή λύσεων μείωσης του ανθρακικού αποτυπώματος, μεριμνώντας επίσης για τη εκπαίδευση και την κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού. Καθοριστικής σημασίας είναι η ευρεία ένταξη των νέων σύγχρονων ειδικοτήτων στο πεδίο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και στις δράσεις δια βίου μάθησης και επανακατάρτισης του εργατικού δυναμικού της χώρας.

Το ΄άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Logistics & Management